31 Αυγούστου 2012

Λευκοθέα ἐκλήθη ἡ Ἰνὼ ἀπὸ τοῦ θεῦσαι



H Ινώ και Λευκοθέα  είναι θυγατέρα του Κάδμου και της Αρμονίας, αδερφή της Σεμέλης, της Αγαύης και της Αυτονόης. Τροφός του Διονύσου, συζυγος του Αθαμαντος και μητέρα από το γάμο μαζί του των Λεάρχου και Μελικέρτη.


Etymologicum Genuinum, Etymologicum genuinum (littera λ)
Alphabetic letter lambda, entry 77, line 1

<Λευκός>· παρ τ λεύσσω τ βλέπω, διαφανς κα
λαμπρός.

<Λευκοθέα>: νώ. τι μμανς γενομένη δι το Λευκο
πεδίου θέουσα, στι περ τν Μεγαρίδα, αυτν ες τν
θάλασσαν ρριψεν. Μυρσίλος δ ο μόνην τν ν Λευκοθέαν
φησίν, λλ κα τς Νηρηίδας Λευκοθέας νομάζει.


Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 561, line 44


 <Λευκοθέα>: νώ· τι μμανς γενομένη,
δι το λευκο πεδίου θέουσα ( στι περ τν Με-
γαρίδα) αυτν ες τν θάλασσαν ρριψε. 

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 561, line 46

   Μυρσνος δ ο μόνον τν Λευκοθέαν ν φησν, λλ κα τς
Νηρηΐδας Λευκοθέας νομάζει.


Menecrates Hist., Fragmenta
Fragment 6, line 8

                 Κα τν μν ες Μέγαρα προσβρασθεσαν Μεγαρες νελόμενοι κα πολυτελς κηδεύσαντες κάλεσαν Λευκοθέαν· τν δ ες Κόρινθον Κορίνθιοι θά-
ψαντες Μελικέρτην γουσιν π' ατ γνα τ σθμια.


Scholia In Aristophanem, Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
Argumentum-dramatis personae-scholion sch vesp, verse 1413e, line 8

(2) π τ Μελικέρτ θεναι, κα τν μν Λευκοθέαν, τν δ Παλαίμονα μετονομασθναι.


Scholia In Homerum, Scholia in Odysseam (scholia vetera)
Book 5, hypothesis-verse 334, line 1

Λευκοθέη] Λευκοθέα κλήθη ν π το θεσαι, στι
δραμεν, δι το Λευκο λεγομένου πεδίου τς Μεγαρίδος.


Scholia In Homerum, Scholia in Odysseam (scholia vetera)
Book 5, hypothesis-verse 334, line 4

τν ατίαν τς διωνυμίας πέδωκεν, ν μν τε νθρωπος ν, τε δ
πεθεώθη, Λευκοθέα


Κατά μία μυθολογική εκδοχή η Ηρα αγανακτισμένη από την επίδειξη στοργής προς τον Διόνυσο εκ μέρους της Ινούς, ενέβαλε μανίας εις αυτήν και τον σύζυγό της, και μεν εκείνος φόνευσε τον Λεαρχόν κατα την μανίαν του, η δε Ινώ έρριψε το Μελικέρτη σε  λέβητα με καυτό νερό. Όταν συνήλθε παρέλαβε το πτώμα του γιού της και περιήλθε θρηνούσα στην Βοιωτία και την Μεγαρίδα και φθάνοντας στην Μοχουρίδα Πέτρα κοντά στις Σκυρωνίδες και έπεσε στην Θάλασσα. Εκεί ανέζησε ο Μελικέρτης και ανελθών και στην πλάτη δελφινιού έφθασε στον κορινθιακό Ισθμό, όπου λατρεύτηκε ως Παλαίμων. Η δε Ινώ κατά θερμήν παράκληση της Αφροδίτης προς τον Ποσειδώνα μετέβαλε υπόστασιν και ως θαλάσσια θεά πλέον ονομάσθη Λευκοθέα.  Προς τιμήν της Ινούς και του Μελικέρτου ως Λευκοθέας και Παλαίμονος θεσπίσθηκαν τα Ισθμια. 

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)
Ode I hyp, scholion c, line 9

                                  
πόθεσις σθμίων

BD τελοντο μν ο παλαιο πάντες γνες πί τισι τετε-
λευτηκόσιν. τελετο γρ μν λυμπικς τ Δι δι τν
Πέλοπα, δ Πυθικς τ πόλλωνι δι τν δράκοντα, ν
πέκτεινεν ν Πυθο, δ σθμικς τ Ποσειδνι. στι δ
στορία ατη. νος κα θάμαντος παδες Λέαρχος κα
Μελικέρτης· τν μν δ Λέαρχον μανες θάμας πέ-
κτεινεν, ετα μήτηρ ατο καθκεν ατν ες λέβητα δατος
ζεστο, μανεσα δ κα ατ τ τελευταον λατο μετ το
Μελικέρτου ες θάλασσαν, κα γένετο μν ν μία τν
Νηρεΐδων, ς κα ποιητς μέμνηται (ε 433στι δ ατη
Λευκοθέα· δ Μελικέρτης μετεβλήθη ες δαίμονα· στι δ
οτος Παλαίμων. χορεύουσαι τοίνυν ποτ α Νηρεΐδες πε-
φάνησαν τ Σισύφ κα κέλευσαν ες τιμν το Μελικέρτου
γειν τ σθμια.
λλως. τν τν σθμίων γνα ο μν π Σίνιδι
τ Προκρούστ διαθεναί φασι τν Θησέα νελόντα ατν,
τε περ κα τος λλους, ς φησι Σοφοκλς (fr. 819) λέγων
περ ατο·  
 ς παρακτίαν
  στείχων νημέρωσα κνωδάλων δόν.
δ Σίνις Ποσειδνος πας, ς δένδρα κάμπτων, ετα συν-
δεσμν ες τατα τος παριόντας, θρόως φιες τ δένδρα,
οτω διέφθειρεν. ο δ π Μελικέρτ, τε τ σθμ ταφος
προσεπελάσθη, κα μεταξ λιμο τν Κορινθίων πόλιν κατα-
σχόντος, το θεο επόντος οκ λλην σεσθαι τν κακν
λύσιν τν κείνου κηδείαν κα τιμν δι' γνος πιταφίου·
τοτο δ πρς λίγον ποιησάντων τν Κορινθίων λιμς πάλιν
πέθετο, κα χρησεν θες αώνιον τν ες τν ρωα τιμν
πάρχειν, κα στέφανον σελίνου δι τ καταχθόνιον εναι τ
φυτόν· στερον μέντοι κα τ θε προσένειμαν τν γνα
ναλλξ πιτελοντες, κα πίτυϊ λοιπν στεφάνουν δι τν
πρς τν θάλασσαν μοειδίαν το φυτο κα δι τ καρπον
ατν εναι. σπερ τν θάλασσαν· δι κα τρύγετος· ετα
σημαίνοντες, ς οδν κέρδος τος νικσιν π το στεφάνου
πλν δόξης, περ κα ν λυμπί ποίησαν, κοτίν στεφα-
νοντες. πάντας δ εκότως τος γενομένους περηφάνους
κα γενναίους Ποσειδνος παδάς φασιν ο ποιητα, ες τ
τς θαλάσσης γριον κα ο σταθερν φορντες κκεθεν
τν εκόνα το τοιούτου λαμβάνοντες· περ κα μηρος
ποδηλν λέγει (Π 34)·
   γλαυκ δέ σ' τικτε θάλασσα
  πέτραι τ' λίβατοι, τι τοι νόος στν πηνής.  
ο δ κομίσαντες τ σμα το Μελικέρτου π τς Σχοινουν-
τίας. κε γρ ξερρίφη, μφίμαχος κα Δονακνος καλοντο.
λλως. τν τν σθμιονικν γνα τεθναί φασι
δι' ατίαν τοιαύτην. ν π θάμαντος ναιρεθναι μέλ-
λουσα, κατ μανίαν προανρημένου το υο ατς Λεάρχου,
κα ατ μανεσα, τν λοιπν παδα Μελικέρτην ρπάσασα
δι Γερανείας το ρους το Μεγαρικο φυγοσα κα στσα
π τς καλουμένης Μολουρίδος πέτρας λατο σν τ βρέφει
ες τν ποκειμένην θάλασσαν. ατος μν ον λόγος χει
ποτεθεσθαι, κα τν μν μετωνομάσθαι ντ νος Λευκο-
θέαν, τν δ ντ Μελικέρτου Παλαίμονα· τ δ το παιδς
σμα κκομισθν π δελφνος ες τν σθμν ερε Σίσυφος
τότε τς Κορίνθου βασιλεύων κα θαψε δι τν συγγέ-
νειαν· ν γρ θάμαντος πας. τεροι δ Σίσυφός τε κα
θάμας Αόλου παδες το Διός. κάλεσαν δ τν γνα
σθμια π το διείργοντος τς δύο θαλάσσας σθμο. στέφος
δέ στι το γνος πίτυς· τ δ νέκαθεν σέλινα κα ατο
ν στέφανος.
λλως. τ σθμια γεται τ Μελικέρτ. θάμαντος
μανέντος. δι χόλον τς ρας κα σφάξαντος να τν παί-
δων τν Λέαρχον, μέλλοντος δ μα ες ζέοντα λέβητα βαλεν
κα τν Μελικέρτην, προλαβοσα ν κλέπτει· διωκο-
μένη δ λλεται ες θάλασσαν μετ το παιδός· Νηρεΐδες δ  
ατν σωσαν, α κα θεν ατν ποίησαν· φανεσα δ μία
τ Σισύφ επεν γειν τν γνα. σιωπήθη δ πρς χρόνον
δι τος λστάς, Θησες δ λθν κάθηρε τος τόπους κα
γε δεύτερον.




Scholia In Homerum, Scholia in Odysseam (scholia vetera)
Book 5, hypothesis-verse 334, line 11

Κάδμου θυγάτηρ] δι τί ατη μόνη οκτείρει τν δυσσέα;
λύεται δ κ τς λέξεως. φησ γρ ατν νθρωπον εναι πρότε-
ρον. ς μοιοπαθς ον νθρωπος εκότως οκτείρει τν δυσσέα.
οκ ναντιοται ον Ποσειδνι. κκενος γρ οδεν τι δε σωθναι
ατόν. Q. λεε ατν ς νθρωπος γενομένη νώ. τι ν φιλο-
γύνης δυσσες, δ δι τν θάμαντα δυστύχησεν. V.
Λευκοθέη] Λευκοθέα κλήθη ν π το θεσαι, στι
δραμεν, δι το Λευκο λεγομένου πεδίου τς Μεγαρίδος. E.V.
τν ατίαν τς διωνυμίας πέδωκεν, ν μν τε νθρωπος ν, τε δ
πεθεώθη, Λευκοθέα. B.E.P.Q.T.
τ δ περ τν Λευκοθέαν οτως χει. θάμαντι συνκει ν,
κα παδες ατ γίνονται Λέαρχος κα Μελικέρτης. μανες δ θά-
μας δι τν μνιν ρας, τι θρεψε τν Διόνυσον ν, τν μν Λέαρχον ναιρε, μελλε δ κα τν τερον. ναλαβοσα δ ατν ν  φεύγει κα αυτν ες τν θάλασσαν ίπτει..

     …δι δ τν Διονύσου τροφν σν τ παιδ σοθέου τιμς λαχε, κα τ νόματα μετέβαλεν μν Λευκοθέα κληθεσα δι τ φυγν πεποισθαι δι το Λευκο πεδίου τς Μεγαρίδος, δ Παλαίμων δι τ συλλαμβάνεσθαι τος παλαίουσι κατ θάλασσαν


Συνεχίζετε 

21 Αυγούστου 2012

Γοργόνια πεδία Κισθήνης


Σ΄ένα ορφικό ύμνο όπου τον κυκεώνα προσφέρει η Βαβώ αντί για την Ιάμβη, το δοχείο ονομάζεται άγγος, που σημαίνει γενικά «δοχείο» ή «κούπα» και ενδέχεται να μην προοριζόταν αποκλειστικά για αυτήν την τελετή. Η λέξη προσδιορίζεται από επίθετο που δηλώνει την μεταλλική του κατασκευή, αν και αυτά που συνηθίζονται είναι φτιαγμένα από όστρακο/πηλό…

Orion Gramm., Etymologicum Alphabetic letter alpha, page 14, line 18

<γγοςγω τ φέρω, γος, κα πλεονασμ το <γ> γγος, ν τς γεται.

Hesychius Lexicogr., Lexicon (Π – Ω)
Alphabetic letter sigma, entry 1569, line 1
                                                   
<σπυρίς>· τ τν πυρν γγος


Όπως φαίνεται όμως από την Καρυάτιδα της Ελευσίνας, το δοχείο ήταν ένα κομψό κύπελλο με δύο χειρολαβές που στηριζόταν σ΄ένα πόδι και ειχε κάλυμα ή καπάκι. Μερικές φορές οι χειρολαβές έπλεκαν στάχυα από σιτηρά, σαν να ήθελαν δείξουν ότι το ποτό ήταν ρόφημα από κριθάρι, και συγκρατούσαν στη θέση του το καπάκι με λιγο σκοινί ή κορδέλα, προφανώς για περισσότερη ασφάλεια, όπως και στον πίνακα της Νίννιον που βρέθηκε στην Ελευσίνα. Ισως ο κάθε μύστης έφερε το δικό του σκεύος το οποίο φυλούσε αργότερα ως ενθύμημα της εμπειρίας του, ή ακόμα να τα έθεταν ως αναμνηστικά κατά την κηδεία του μύστη…

     Athenaeus Soph., Deipnosophistae
Book 11, Kaibel paragraph 52, line 1

   ΚΕΡΝΟΣ γγεον κεραμεον, χον ν ατ πολ-
λος κοτυλίσκους κεκολλημένους, ν ος, φησίν, μή-
κωνες λευκοί, πυροί, κριθαί, πισοί, λάθυροι, χροι,
φακοί. δ βαστάσας ατ οον λικνοφορήσας τού-
των γεύεται, ς στορε μμώνιος ν γʹ περ Βωμν
κα Θυσιν.  

 
Hesychius Lexicogr., Lexicon (ΑΟ)
Alphabetic letter kappa, entry 2349, line 1

<κέρνεα>· τ τ Μητρ τν θεν πιθυόμενα
<κέρνος>· στεφανίς. γγεα κεραμε
<κερνοφόρος>· τς θυσίας γων

 Κέρνος ή  το αρτοφόριο
Η προετοιμασία του ποτού αποτελούσε μέρος της τελετής και γινόταν μετά την είσοδο των μυστών στην αίθουσα μύησης . Εκεί, χρησιμοποιούσαν κι ένα άλλο δοχείο τον κέρνο . Το σχήμα και ο συμβολισμός του μας βοηθούν να συλλάβουμε το νόημα τελετουργίας και του ποτού. Η ονομασία του δείχνει να προέρχεται από την ν προ-ελληνική εποχή και χρησίμευε για τη λατρεία της θεάς Ρέας, της μητέρας του Δία. Πιθανότατα πρόκειται για το ίδιο  δοχείο με τον κέρχνο, που λεγόταν έτσι λόγω της κατασκευής του από ανάγλυφο μέταλλο με «τραχιά» επιφάνεια. Στη γλώσσα προέλευσής του, ο κέρνος σήμαινε  πολύ απλά «σπυρί δημητριακών». Επίσης, θα πρέπει να ήταν πολυτελές  αντικείμενο, γιατί στα αρχεία των θησαυρών που υπήρχαν στο Ελευσίνιο ιερό των Αθηνών συναντάμε αρκετές αναφορές για χρυσούς κέρνους.
 Στην Ελευσίνα έχουν βρεθεί πολλά λιγότερο πολύτιμα δείγματα. Ο κέρνος αποτελείται από ένα κεντρικό κύπελλο που είχε γύρω του κολλημένα μικρότερα κύπελλα, τα  οποία υποτίθεται ότι περιείχαν φυτικά και ζωικά προϊόντα (ακριβέστερα. σύμφωνα με μια πηγή: φασκόμηλο, σπόρους λευκής παπαρούνας, σιταριού και κριθαριού, μπιζέλια, βίκους, σπόρους μπάμιας, φακές, φασόλια, ρύζι, βρώμη, αποξηραμένα φρούτα, μέλι, λάδι, κρασί, αυγά και μαλλί).
Ωστόσο, το περιεχόμενο τους θα πρέπει να είχε μόνο συμβολική σημασία σε σχέση με την πολύτιμη ουσία που περιείχε το κεντρικό κύπελλο, καθώς σε κάποια δείγματα που σώζονται, τα περιφερειακά κύπελλα είναι τόσο μικρά που μοιάζουν με απλά σπειροειδή διακοσμητικά σχέδια, τα οποία είναι αδύνατον να περιέχουν κάτι. Σημασία είχε το περιεχόμενο του κεντρικού κυπέλλου. Ο κέρνος παρουσίαζε τη συγκεκριμένη ουσία ως  ιερό αποκορύφωμα των βρώσιμων ειδών του φυτικού και ζωικού κόσμου. Επιπλέον, λόγω του σχήματός του ο κέρνος μάλλον δεν προσφέρεται για αποθήκευση υγρών και προφανώς ήταν κάτι αντίστοιχο με το αρτοφόριο της Καθολικής  Λειτουργίας, όπου τοποθετούν την όστια της Μετάληψης .
Το σχήμα του παραπέμπει σε ακόμα πιο αρχαία δείγματα, όπου διακρίνεται μόνο ο περιφερειακός  δακτύλιος, ενώ στη θέση των μικρότερων κυπέλλων υπάρχουν ζώα που βόσκουν. Κάποια άλλα μεγαλύτερα πέτρινα δείγματα από την Κρήτη, που θυμίζουν μυλόπετρες, ήταν πολύ βαριά για να τα σηκώσει κάποιος. Προφανώς αυτά προορίζονταν για την προσκομιδή.

Οι κρατήρες της ανάμειξης
Κατά τη διάρκεια της μύησης ο Ιεροφάντη έβγαζε αυτά τα αρτοφόρια από το ιερό Ανάκτορο (τον αρχαίο Οίκο της θεάς), όπως  στη ρωμαιοκαθολική λειτουργία οι ιέρεια βγάζουν το ιεροφυλάκιο της όστιας για τη Μετάληψη. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι μέσα εκεί αποκλείεται να έκαιγε κάποια φωτιά! Στη συνέχεια, μοίραζε τα δοχεία τους επονομαζόμενες κερνοφόρους, τις γυναίκες που μετέφεραν τα αρτοφόρια. Ήταν οι ιέρειες που χόρευαν ισορροπώντας τα δοχεία στο κεφάλι τους. Aπ’ ότι φαίνεται, σε κάποια από τα περιφερειακά κύπελλα υπήρχαν αναμμένοι λύχνοι, τουλάχιστον όποτε το σχήμα του κέρνου το επέτρεπε. Σε άλλες περιπτώσει, κάποιες ιέρειες  χόρευαν στηρίζοντας λυχνάρια στο κεφάλι τους. Το θέαμα των ιερειών που χόρευαν φέροντας τα αρτοφόρια μέσα στη σκοτεινή αίθουσα θα πρέπει να ήταν φαντασμαγορικό και συγκλονιστικό.

Στη συνέχεια, οι γυναίκες αυτές φρόντιζαν για την ανάμειξη του κυκεώνα μέσα σε δοχεία που ονομάζονταν κρατήρες. Κρατήρας σημαίνει απλώς καζάνι ή «κύπελλο ανάμειξης. Μερικές φορές αυτά τα δοχεία αναφέρονται ως κέρνοι, αλλά προφανώς μόνο με συμβολική έννοια, καθώς ο κέρνος ήταν πλήρως ακατάλληλος για την προετοιμασία ικανής ποσότητας ποτού ώστε να γεμίσουν οι πολλοί άγγοι από όπου έπιναν έπειτα οι μύστες τον κυκεώνα.
Ενδεικτικό της μεθυστικής φύσης  του ποτού αυτού είναι το γεγονός ότι για την παρασκευή του χρησιμοποιούσαν κάποιου είδους κρατήρες που προορίζονταν συνήθως για την τελετουργική ανάμειξη του κρασιού. Όμως οι κρατήρες αυτοί δεν περιείχαν κρασί, καθώς ο οίνος  απαγορευόταν αυστηρά στα Ελευσίνια Μυστήρια. Ωστόσο, αυτός είναι ο πιο πρόσφορος όρος  για το σκεύος όπου αναμείγνυαν ποτά, ιδίως αν ήταν μεθυστικά, όπως το κρασί. Επίσης είναι προφανές ότι δεν υπήρχε αρκετός χρόνος ώστε το μείγμα να υποστεί ζύμωση. Δεν επρόκειτο για μπίρα, ούτε χρωστούσε  τις μεθυστικές του  ιδιότητες στο οινόπνευμα.

 
Το δοχείο απ' όπου προτιμούσε να πίνει ο θεός Διόνυσος λεγόταν κάνθαρος  και έφερε επίσης  δύο λαβές, αλλά πιο κομψές, και ένα πόδι. Το αποκαλούσαν έτσι επειδή τα χερούλια του θύμιζαν φτερούγες σκαθαριού.


Η μυστική κίστη
Το νερό που ήταν απαραίτητο για την ιεροτελεστία της ανάμειξης το έχυναν από το κατάλληλο σκεύος, την υδρία, που θύμιζε σημερινή κανάτα. Τα υπόλοιπα συστατικά του ποτού ήταν κρυμμένα μέσα σε καλάθια που ονομάζονταν μυστικές κίστες  Όπως βλέπουμε από τις Καρυάτιδες στην εσωτερική πύλη, αυτά τα μετέφεραν με αυτοπεποίθηση στο κεφάλι τους  δύο ιέρειες μέσα στον ιερό, απαγορευμένο περίβολο προς το Τελεστήριο, για την ιεροτελεστία της  ανάμειξης. Πάνω σε κάθε κίστη υπάρχει το στολισμένο δοχείο του κυκεώνα, σαν ένδειξη ότι περιέχει τα συστατικά του ποτού, που αποσαφηνίζονται περισσότερο από τα βλαστάρια κριθαριού που είναι τυλιγμένα γύρω από τις χειρολαβές και από τα ανθύλλια του βλήχωνα (βοτανική ονομασία Mentha pulegium, φλισκούνι. ή ψυλλόχορτο), που μοιάζουν με θυσάνους.

Hesychius Lexicogr., Lexicon (ΑΟ)
Alphabetic letter beta, entry 734, line 1

<βλήχων· γλήχων>· καρ> οτως λέγεται. στι δ εδος
 βοτάνης. κα τ φήβαιον (Ar. Lys. 89)


Scholia In Aristophanem, Scholia in pacem (scholia vetera et recentiora Triclinii)
Argumentum-dramatis personae-scholion sch pac, verse 712a, line 1

βληχωνίαν> RΓ: βλήχωνά RVΓLh φασιν RV ττικο δι το β, ο
δι το γ. RVΓLh
vet ο πολλν πώραν σθίοντες, ἐὰν κυκενα βληχωνίαν πίνωσιν, ο βλά-
πτονται. βρέχοντες ον γλήχωνα πιπίνουσιν. RVΓ
vet δι τ π το πο τν καρδίαν κατεσθίεσθαι. να ον δριμύτης
ποστυφ, γλήχωνος λάμβανον. RVΓ
vet ο πώραν πολλν σθίοντες κυκενα πίνουσιν πρ το πξαι τν τροφν
κα μ ναυτιν.

 
Suda, Lexicon
Alphabetic letter beta, entry 338, line 1

<Βλήχων:> γλήχων. οτως λέγεται παρ ττικος. στι δ
εδος βοτάνης. κα τ φήβαιον ριστοφάνης οτως νομάζει.
Πρόκειται για τον βλήχωνα ή γλήχωνα που συναντάμε στην ομηρική συνταγή. Ο ορισμός των συγκεκριμένων φυτών θα έπρεπε να θεωρείται εδώ και πολύ καιρό αδιαμφισβήτητος, λόγω της σαφέστατης διατύπωσης της συνταγής στον Ομηρικό 'Υμνο. Επίσης, θα έπρεπε να είναι προφανές ότι τα κάνιστρα δεν είναι αρκετά ευρύχωρα για να περιέχουν κοινά μανιτάρια σε ποσότητες ικανές να καλύψουν τις  ανάγκες των χιλιάδων μυστών.

Βλήχωνας
Στις  δυο πλευρές του σκεπασμένου κιβωρίου-κάνιστρου υπήρχε άλλο ένα διακοσμητικό σχέδιο, ένα μεγάλο, στυλιζαρισμένο ανθύλλιο διαφορετικού είδους. Πρόκειται για μια διπλή ροζέτα, την οποία διακρίνουμε και σε άλλα σημεία της  ανάγλυφης διακόσμησης του ιερού, το  σύμβολο αυτής της μυστικής κίστης, ανάμεσα σε ένα δεμάτι από στάχια κριθαριού και το Μυστικό Κάνιστρο. Η ελληνική λέξη κίστη προέρχεται από τον κίσθο, το θάμνο κίσθαρο (Cistus cyprius),

απ' όπου βγαίνει η κολλώδης ρητίνη λάβδανο, την οποία αρχικά αφαιρούσαν από το πηγούνι των κατσικιών που έτρωγαν το θάμνο. Η λέξη προέρχεται από την ονομασία του φυτού στα σημιτικά. Η ροζέτα της κίστης μοιάζει με κοινό άγριο τριαντάφυλλο και έχει μια σειρά από πέντε πέταλα. Ωστόσο, η ροζέτα, εκτός από το ότι αποτελεί μια στυλιζαρισμένη υπερβολική αναπαράσταση του άνθους με δύο σειρές πέταλα, παρουσιάζει κι άλλες διαφορές. Μέσα στη δεύτερη σειρά από δώδεκα πέταλα υπάρχουν άλλα οκτώ, αριθμός ζυγός, σε αντίθεση με τα πέντε πέταλα του κίσθαρου ή τα μονά του πολλαπλάσια. Ο ζυγός αριθμός είναι χαρακτηριστικός του λουλουδιού με το οποίο μοιάζει, δηλαδή του άνθους της οπιούχου παπαρούνας  με τα τέσσερα πέταλα, της  μήκωνος της  υπνοφόρου (βοτανική ονομασία Papaver somniferum).


Αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η οπιούχος  παπαρούνα συνδεόταν με τη σαμανιστική λατρεία της Θεάς  κατά τη μινωική εποχή. Αυτό δηλώνεται ξεκάθαρα από ένα ειδώλιο της Θεάς ή ιέρειας  που είναι ομοούσια με το φυτό και φέρει κεφαλόδεσμο με τρεις κάψες παπαρούνας, εμφανώς της οπιούχου ποικιλίας, καθώς οι  κάψες είναι ζωγραφισμένες οι σχισμές για τη στράγγιση του ψυχοτρόπου γαλακτώδους χυμού. Επίσης  φαίνεται και από το πανέμορφο χρυσό δαχτυλίδι μιας ιέρειας που απεικονίζει τρεις  γυναίκες διαφορετικής ηλικίας με τις  παραδοσιακές μορφές της  παρθένου, της μητέρας και της  γραίας, να προσφέρουν κάψες παπαρούνας στη θεά που είναι καθισμένη κάτω από ένα μαγικό δέντρο. Η Δήμητρα διαιώνισε αυτή την παράδοση συνδυάζοντας την παπαρούνα με τα δεμάτια κριθαριού στη βοτανική της ταυτότητα.

 Ο κίσθαρος μοιάζει με την παπαρούνα, καθώς παράγει κι αυτός κάψες με όμοιους τους κόκκινους και πορτοκαλί καρπούς της αγριοτριανταφυλλιάς, οι οποίοι με τη σειρά τους  μοιάζουν με ένα άλλο φρούτο που αποτελεί σύμβολο της Θεάς, το ρόδι.
Είναι ο  λάδανος ή ο αλάδανος, ή λαβδανος  είναι μια αρωματική ρητίνη με έντονες φαρμακευτικές ιδιότητες η οποία μαζεύεται από τα φύλλα του φυτού Κίσθος Κρητικός το υποείδος κρητικός (Cistus Creticus spp. Creticus) ή ( Cistus Incanus) ή (Cistus Villosus)  η κοινώς λαδανιά (είναι ο Κίσθος με τα ροζ άνθη ). Είναι το φυτό που παράγεται το μύρο

Dioscorides Pedanius Med., De materia medica
Book 1, chapter 97, section 1, line 1

<
κίσθος>, ν νιοι κίσθαρον κίσσαρον καλοσι,

Τα άνθη της ροδιάς είναι παρόμοια με των δύο προηγούμενων φυτών. Επίσης , η προφανής ομοιότητα παρατηρείται στην ονομασία ενός  είδους παπαρούνας  που είναι σύνηθες αγριόχορτο σε αγρούς με δημητριακά, της μήκωνος της ροιάς , (ροδοπαπαρούνα, βοτανική ονομασία Papaver rhoeas, αγγλ. Pomegranate poppy).

Oribasius Med., Collectiones medicae (lib. 1-16, 24-25, 43-50)
Book 15, chapter 1:10, section 50, line 1

Κίσθος κίσθαρος στυπτικς θάμνος.




To ίδιο το ρόδι, λέγετε ότι πήρε την ονομασία του από την έμμηνο «ροή», ή ροιά, εξαιτίας του κατακόκκινου χυμού του. Ενώ σε κάποιους μύθους βλάστησε από το αίμα του Διονύσου.
 
Clemens Alexandrinus Theol., Protrepticus
Chapter 2, section 19, subsection 4, line 3

σπερ μέλει κα α  θεσμοφοριάζουσαι τς οις τος κόκκους παραφυλάττουσιν
σθίειν· τος <γρ> ποπεπτωκότας χαμα κ τν το Διο-
νύσου αματος σταγόνων βεβλαστηκέναι νομίζουσι τς οιάς

 Και τα τρία φυτά με τις κάψες με τους πολλούς  σπόρους συμβόλιζαν την καρπερή μήτρα που υπήρχε πέρα από τη στενή αιδοιική δίοδο του κάλυκα. Ο συμβολισμός του ροδιού είναι αντίστοιχος με αυτόν του σύκου, αν και η ομοιότητα του με τον καρπός της παπαρούνας μας παρέχει μια ακόμα σαφή ένδειξη ότι αποτελεί υποκατάστατο κάποιου άλλου φυτού με ψυχοτρόπες ιδιότητες.


Καρπός και άνθη αγριοτριανταφυλλιάς και ροδιάς

Ο κίσθαρος-παπαρούνα-ρόδι είναι το βοτανικό πρότυπο του κλειστού κάνιστρου των Μυστηρίων, της μυστικής κίστης. Στη μυθολογική παράδοση, η κίστη έκρυβε από τα βλέμματα των ασεβών το κομμένο κεφάλι της γοργόνας  (οι Γοργόνες κατοικούσαν σε έναν τόπο που ονομαζόταν "Γοργόνια πεδία Κισθήνης"  ή το χρυσό «μήλο» με τη μορφή του κεφαλιού της γοργόνας, που έκοψε ο Περσέας ως συλλέκτης μανιταριών στον Κήπο των Εσπερίδων, τον οποίο φρουρούσε ένας δράκος ονόματι  Λάδων ή «Κίσθαρος» αδελφος  των Γοργόνων. 
 
Αeschylus Trag., Prometheus vinctus
Line 793
πόντου περ
σα φλοσβον, στ' ν ξίκ
πρ
ς Γοργόνεια πεδία Κισθήνης, να α Φορκίδες ναίουσι

 Επίσης, έκρυβε το μαγικό παιδί, δηλαδή τον Εριχθόνιο, τον θετό γιο-φίδι της Αθηνάς, ή τον 'Ιωνα, τον απόγονο του και γιο της αθηναίας  βασίλισσας Κρέουσας, τον οποίον  συνέλαβε με τον Απόλλωνα καθώς μάζευε κρόκους . Ο Ίων, το όνομα του οποίου τον ταυτίζει από βοτανική άποψη με τη βιολέτα ή τον μενεξέ, ήταν κλεισμένος σε ένα κοφίνι με δύο ενδεικτικά στοιχεία της πραγματικής του ταυτότητας: ένα κομμάτι επιτοίχιου τάπητα που απεικόνιζε το κεφάλι της Γοργόνας και τον χρυσό δράκο.
Συχνά βλέπουμε ένα φίδι να βγαίνει μέσα από τη μυστική κίστη, ενώ σε άλλες περιπτώσει απεικονίζεται η θεά καθισμένη πάνω της, σαν να ήταν θρόνος.. Η κίβισις, το δερμάτινο σακούλι για τα τρόφιμα όπου ο Περσέας έκρυψε το κομμένο κεφάλι της Γοργόνας και από το οποίο οι δύο θεές  έβγαλαν τα μανιτάρια τους στο ανάγλυφο του Φάρσαλου είναι μια λεκτική παραλλαγή του κισθάρου. απ' όπου πήρε το όνομα της η μυστική κίστη.



Συνεχίζετε...
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...