27 Ιανουαρίου 2011

Ἀδώνιδος, θυμίαμα ἀρώματα

O Αδωνης δεν μπορούσε καθώς υπάρχουν τουλάχιστον 4 εκδοχές για την ιστορία του να μην περάσει και στην λογοτεχνία ή στους ύμνους. 


Ακολουθούν οι ορφικοί ύμνοι Αφροδίτης και Αδώνιδος 





Ες φροδτην

Ορανα, πολυμνε, φιλομμειδς φροδτη,
ποντογενς, γεντειρα θε, φιλοπννυχε, σεμν,
νυκτερα ζεκτειρα, δολοπλκε μτερ νγκης
πντα γρ κ σθεν στν, πεζεξω δ <τε> κσμον
κα κρατεις τρισσν μοιρν, γεννις δ τ πντα,
σσα τ' ν οραν στι κα ν γαίῃ πολυκρπ
ν πντου τε βυθ τε, σεμν Βκχοιο πρεδρε,
τερπομνη θαλαισι, γαμοστλε μτερ ρτων,
Πειθο λεκτροχαρς, κρυφα, χαριδτι,
φαινομνη, τ' φανς, ρατοπλκαμ', επατρεια,
νυμφιδα σνδαιτι θεν, σκηπτοχε, λκαινα,
γεννοδτειρα, φλανδρε, ποθεινοττη, βιοδτι,
ζεξασα βροτος χαλιντοισιν νγκαις
κα θηρν πολ φλον ρωτομανν π φλτρων·
ρχεο, Κυπρογενς θεον γνος, ετ' ν' λμπ
σσ, θε βασλεια, καλι γθουσα προσπ,
ετε κα ελιβνου Συρης δος μφιπολεεις,
ετε σ γ' ν πεδοισι σν ρμασι χρυσεοτεκτοις
Αγπτου κατχεις ερς γονιμδεα λουτρ,
κα κυκνεοισιν χοις π πντιον οδμα
ρχομνη χαρεις κητν κυκλαισι χορεαις,
νμφαις τρπ κυανπισιν ν χθον Δίῃ
θνας π' αγιαλος ψαμμδεσιν λματι κοφ·
ετ' ν Κπρωι, νασσα, τροφι σο, νθα καλα τε
παρθνοι δμηται νμφαι τ' ν πντ' νιαυτν
μνοσιν, σ, μκαιρα, κα μβροτον γνν δωνιν.
λθ, μκαιρα θε μλ' πρατον εδος χουσα·
ψυχ γρ σε καλ σεμν γνοσι λγοισιν.


(55)    LV. Εις ΑΦΡΟΔΙΤΗΝ ύμνος
Τη επουράνια Αφροδίτη, περίφημη,
 πού σκορπίζεις μειδιάμα­τα,
 γεννημένη στή θάλασσα, θεά μητέρα,
 πού αγαπάς τις ολονύ­κτιες διασκεδάσεις, σεβαστή,
νυκτερινή, πού συζευγνύεις (ενώνεις) τούς ανθρώπους εις γάμον,
πού πλέκεις δόλους (δόλια σχέδια), ώ μητέρα τής ανάγκης·
 διότι τά πάντα προέρχονται από σένα,
 και ζεύχθηκες τόν κόσμον και κυριαρχείς σέ τρία μερίδια·
και γεννάς τά πάντα, όσα ευρί­σκονται εις τον ουρανόν
και όσα στην εύφορη γή και όσα στόν βυθό τής θαλάσσης,
σεβαστή συμπαρακαθήμενη τοϋ Βάκχου,
 πού τέρπεσαι στά συμπόσια και παρασκευάζεις τούς γάμους,
ώ μητέρα τών ερώτων.
πού χαίρεσαι στά κρεββάτια μέ την πειθώ και ενεργείς στα κρυφά,
 βασίλισσα πού δίδεις χαρά,
πού φαίνεσαι, αλλά και δεν φαίνεσαι,
πού έχεις μέ αξιέραστες πλεξούδες τυλιγμένα τα μαλλιά σου
και κατάγεσαι άπό καλόν πατέρα, προστάτισσα τών νυμφών,
σύνδειπνε, σκηπτροφόρε τών θεών, λύκαινα-
συ πού δίδεις απογόνους, φίλη των ανδρών, περιπόθητη,
πού παρέχεις τήν ζωήν
σύ πού έζευξες τους ανθρώπους και τό μεγάλο πλήθος τών ζώων
 μέ αχαλίνωτες ανάγκες άπό ερωτομανή φίλτρα έλα,
ώ θεϊκέ γόνε πού έγεννήθης στην Κύπρο, ώ θεά βασίλισσα,
έλα χαρούμενη μέ ωραίον πρόσωπον,
είτε ευρίσκεσαι στόν "Ολυμπον είτε υπηρετείς εις τόν ναόν τής Συρίας,
πού παράγει πολύ λιβάνι,
είτε σύ εις τάς πεδιάδας μέ άρματα κατασκευασμένα από χρυσό
κατέχεις τά γόνιμα λουτρά τής ιεράς Αιγύπτου,
ή και επάνω σέ κυανά οχήματα διερχόμενη τό θαλάσσιον κύμα
 χαίρεσαι μέ τούς κυκλικούς χορούς των υδροβίων ζώων
ή τέρπεσαι μέ τις μαυρομμάτες νύμφες εις τήν Δίαν,
πηδώσα μανιακά μέ ελαφρά πηδήματα στις αμμώδεις ακρογιαλιές·
Είτε, ώ βασίλισσα, ευρίσκεσαι εις τήν Κύπρον, τήν τροφόν σου·
όπου ωραίες παρθένες άγαμες και νύμφες σέ υμνούν καθ' όλον τόν χρόνον,
υμνούν έσέ, ώ μακαρία, κα'ι τόν άθάνατον άγνόν "Αδωνιν.
 έλα, μακαρία θεά, και να έχης πολύ άξιέραστο πρόσωπον
διότι εσένα προσκαλώ με άγια λόγια σεμνής ψυχής.

(Είναι φανερό ότι οι τελευταίοι στίχοι πού ομιλούν εις τον "Υμνον τής Αφροδίτης περί Συρίας και Αιγύπτου έχουν παρεμβληθή (προστεθή) εις μεταγενεστέραν έποχήν, όταν ή λατρεία τής Αφροδίτης, είχεν μεταδοθή άπό τόν Χώρον τού Αιγαίου και εις τάς χώρας αύτάς, αί όποίαι, όταν εγράφησαν οί "Υμνοι πρό τού 2.000 π.Χ. είχαν κυριολεκτικώς μεσάνυχτα από τάς μυστη­ριακός τελετάς πού αναφέρονται εις τούς "Υμνους).




δνιδος, θυμαμα ρματα

Κλθ μου εχομνου, πολυνυμε, δαμον ριστε,
βροκμη, φιλρημε, βρων ιδασι ποθεινας,
Εβουλε, πολμορφε, τροφε πντων ρδηλε,
κορη κα κρε, σ πσιν θλος αἰέν, δωνι,
σβεννμενε λμπων τε καλας ν κυκλσιν ραις,
αξιθαλς, δκερως, πολυρατε, δακρυτιμε,
γλαμορφε, κυναγεσοις χαρων, βαθυχατα,
μερνους, Κπριδος γλυκερν θλος, ρνος ρωτος,
Φερσεφνης ρασιπλοκμου λκτροισι λοχευθες,
ς ποτ μν ναεις π Τρταρον ερεντα,
δ πλιν πρς λυμπον γεις δμας ρικαρπον·
λθ, μκαρ, μσταισι φρων καρπος π γαης

(56) LVI. ΑΔΩΝΙΔΟΣ θυμίαμα, αρώματα
"Άκουσε την προσευχή μου,
ώ ένδοξε, άριστε θεέ, μέ την κομψήν κόμην,
φίλε τής ερημιάς (τής μοναξιάς),
πού είσαι γεμάτος από περιπόθητους καρπούς,
ώ Εύβουλέα μέ τις πολλές μορφές,
 φανερέ ανατροφέα τών πάντων,
 πού είσαι κόρη και παιδί (θηλυκός και αρσενικός)·
 ώ "Άδωνη,
εις όλα είσαι πάντοτε τό ωραίον βλαστάρι,
 σβήνεις και λάμπεις σέ ωραίες κυκλικές εποχές
- βοηθείς εις την αύξησιν τών καρπών,
έχεις δύο κέρατα, είσαι πολυέραστος (πολ, αγαπητός),
 σε τιμούν με δάκρυα, έχεις μορφήν πού λάμπει
χαίρεσαι στό κυνήγι, έχεις πυκνά και μακρά μαλλιά (κόμην)·
 έχεις αξιέραστη ψυχή, είσαι τό γλυκύ τέκνον τής Κύπριδος βλαστάρι τού έρωτος-
και γεννήθηκες στα κρεβάτια τής Περσεφόνης μέ τά έπέραστο πλοκάμια-
συ άλλοτε μεν κατοικείς κάτω από τόν σκοτεινόν Τάρταρον
και άλλοτε αντιθέτως οδηγείς (φέρεις) τό σώμα σου,
όταν ωριμάσει  στόν καιρό του, προς τόν "Ολυμπον.
έλα, ώ μακάριε, και φέρε εις τούς μύστας καρπούς από τήν γήν.



ακολουθούν   ένα απόσπασμα απο τα  ειδύλλια του ΘΕΟΚΡΙΤΟΥ που αναφέρετε στα Αηδώνια μυστήρια.

XV. ΣΥΡΑΚΟΥΣΙΑΙ ΑΔΩΝΙΑΖΟΥΣΑΙ 


ΓΟΡΓΩ
ΓΟΡΓΩ
Σγα, Πραξινα· μλλει τν δωνιν εδειν
τς ργεας θυγτηρ, πολϊδρις οιδς,
τις κα πρυσιν, τν ἰάλεμον, ρστευσε.
Φθεγξεται τι, σφ οδα, καλν· διαθρπτεται δη.
Σώπαινε πια· τον Άδωνι θα τραγουδήση τώρα
η τραγουδίστρα η ξακουστή, η κόρη της Αργείας,
εκείνη που την βράβεψαν πέρσι στο μυρολόγι.
Κάτι καλό θε να μας 'πη· νά, τη φωνή ακονίζει.
ΓΥΝΗ ΑΟΙΔΟΣ
ΓΥΝΗ ΑΟΙΔΟΣ
“Δσποιν, Γολγς τε κα δλιον φλασας,
απεινν τ ρυκα, χρυσ παζοισ φροδτα,
οἷόν τοι τν δωνιν π ενω χροντος
μην δυωδεκτ μαλακαποδες γαγον ραι.
Βρδισται Μακρων, ραι φλαι, λλ ποθεινα
Κυρά, που στους Γολγούς ποθείς και στο Ιδάλιον όρος
και στον ψηλό τον Έρυκα να παίζης, Αφροδίτη·
πάντοτ' αλαφροπάτητες, σου φέρνουν κάθε χρόνο,
μέσ' από τον Αχέροντα, τον Άδωνι σου οι Ώρες·
αυτές οι πιο αργοκίνητες από τους αθανάτους,
ρχονται πντεσσι βροτος αε τι φροισαι.
που φέρνουν σ' όλους τους θνητούς κάτι καλό όταν έρθουν.
Κπρι Διωναα, τ μν θανταν π θνατς,
νθρπων ς μθος, ποησας Βερενκαν,
μβροσαν ς στθος ποστξασα γυναικς·
τν δ χαριζομνα, πολυνυμε κα πολναε,
Της Διώνης θυγατέρα εσύ, πεντάμορφη Αφροδίτη,
τη Βερενίκη από θνητήν αθάνατη έχεις κάνει,
σταλάζοντας στα στήθη της τη θεϊκή αμβροσία·
κ' η Αρσινόη η κόρη της, ωραία σαν την Ελένη,
Βερενικεα θυγτηρ, λν εκυα
ρσινα πντεσσι καλος τιτλλει δωνιν.
για χάρη σου, ω ξακουστή και πολυλατρευμένη,
πλούσια, μεγαλόπρεπα τον Άδωνι γιορτάζει.
Πρ μν ο ρια κεται, σα δρυς κρα φρονται,
πρ δ παλο κποι πεφυλαγμνοι ν ταλαρσκοις
ργυροις, Συρω δ μρω χρσει λβαστρα.
Ολόγυρα του απλώνονται όλ' οι καρποί των δένδρων
κι άνθη πανώρηα, δροσερά μέσ' σ' αργυρά καλάθια
και σε λαγήνια ολόχρυσα μύρ' από τη Συρία.
Εδατ θ σσα γυνακες π πλαθν πονονται,
νθεα μσγοισαι λευκ παντοῖ᾽ μ λερ,
σσα τ π γλυκερ μλιτος τ τ ν γρ λαίῳ,
πντ ατ πετεην κα ρπετ τεδε πρεστιν.
Ολόγυρα του λιχουδιές που πλάθουν οι γυναίκες
με τέχνη ανακατεύοντας λουλούδια κι άσπρο αλεύρι
κι άλλα από μέλι γλυκερό κι από καθάρειο λάδι·
κάθε λογής πετούμενα και σερπετά κοντά του.
Χλωρα δ σκιδες, μαλακ βρθοντες νθ,
Το δροσερό γλυκάνισο κιόσκια ανθηρά έχει πλέξει·
δδμανθ· ο δ τε κροι περπωτνται ρωτες,
οοι ηδονιδες εξομνων π δνδρων
πωτνται, πτεργων πειρμενοι, ζον π ζω.
νιογέννητοι έρωτες δειλά τριγύρω φτερουγίζουν,
σαν τ' αηδονάκια τα μικρά, που αρχίζουν να πετάνε
και δοκιμάζουν τα φτερά κλωνάρι σε κλωνάρι.
βενος, χρυσς, κ λευκ λφαντος
αετ, ονοχον Κρονδ Δι παδα φροντες.
Για ιδές χρυσάφια κ' έβενους κι αϊτούς ελεφαντένιους
που φέρνουν στις φτερούγες των τον κεραστή του Δία·
Πορφρεοι δ τπητες νω (“μαλακτεροι πνω”,
Μλατος ρε, χ τν Σαμαν καταβσκων),
στρωται κλνα τ δνιδι τ καλ λλα”·
τν μν Κπρις χει, τν δ οδπαχυς δωνις,
κτωκαιδεκτης ννεακαδεχ γαμβρς.
για ιδές κι απάνω τι χαλιά πιο μαλακά απ' τον ύπνο.
Τώρα θα πη κ' η Μίλητος, τώρα θα 'πη η Σάμος:
«Για το χατήρι του Άδωνι στρώθηκαν δυό κρεββάτια.»
Στώνα πλαγιάζει ο Άδωνις και στάλλο η Αφροδίτη.
Ο κεντε τ φλαμ· τι ο πρι χελεα πυρρ.
Μα δεν κεντούν το φίλημα τ' αχνούδωτά του χείλια.
Νν μν Κπρις χοισα τν ατς χαιρτω νδρα·
ἀῶθεν δ μμες νιν μα δρσ θραι ξω
οσεμες ποτ κματ π ινι πτοντα,
λσασαι δ κμαν κα π σφυρ κλπον νεσαι,
Ας χαίρεται τον άντρα της η Αφροδίτη τώρα·
κ' εμείς ας τόνε φέρομε, πριν καλοξημερώση,
με τη δροσιά της χαραυγής, στο περιγιάλι κάτω,
κ' εκεί, με τα μαλλιά λυτά και με γυμνά τα στήθια,
στθεσι φαινομνοις, λιγυρς ρξμεθ οιδς.
όλες μαζί ας αρχίσωμε το λιγερό τραγούδι.
    “ρπεις, φλ δωνι, κα νθδε, κες χροντα,
μιθων, ς φαντ, μοντατος. Οτ γαμμνων
τοτ παθ, οτ Αας μγας, βαρυμνιος ρως,
οθ κτωρ, κβας γερατατος εκατι παδων,
« Εσ' είσαι ο μόνος, Άδωνι, από τους ημιθέους
» που και στον Άδη κατοικείς κ' έρχεσαι και στον κόσμο.
» Άλλος κανείς τη χάρη σου, μηδέ κι ο Αγαμέμνων,
» μηδέ κι ο Αίας ο ήρωας, μηδέ κι αυτός ο Έκτωρ
» ο πρώτος άπ' τα είκοσι παιδιά πούχε η Εκάβη,
ο Πατροκλς, ο Πρρος π Τροας πανελθν,
οθ ο τι πρτεροι, Λαπθαι κα Δευκαλωνες,
ο Πελοπηϊαδν τε κα ργεος κρα Πελασγο.
λαθι νν, φλ δωνι, κα ς νωτ εθυμσαις.
Κα νν νθες, δωνι, κα, κκ φκ, φλος ξες.”
» μηδέ κι αυτός ο Πάτροκλος, μηδέ κι αυτός ο Πύρρος
» που νικητής εγύρισε πέρ' από την Τρωάδα,
» μηδ' οι παλαιικώτεροι Λαπίθαι, μηδ' εκείνοι
» του Δευκαλίωνος οι γυιοί, μηδέ κ' οι Πελοπίδαι
» και μηδ' ακόμα οι Πελασγοί που κατοικούσαν στο Άργος,
» μηδέ κανένας απ' αυτούς δεν είχε τέτοια χάρη.
» Συμπάθησέ μας, Άδωνι, κ' έλα του χρόνου πάλι
» και δείξου μας χαρούμενος και καλοκαρδισμένος.
» Πάντα καλοδεχούμενος θε νάνε ο ερχομός σου.»
ΓΟΡΓΩ
ΓΟΡΓΩ
Πραξινα, τ χρμα σοφτερον. θλεια
λβα σσα σατι, πανολβα ς γλυκ φωνε.
ρα μως κες οκον. νριστος Διοκλεδας
χνρ ξος παν· πεινντι δ μηδποτ νθς.
Χαρε, δων γαπατ, κα ς χαροντας φκευ.
Άκουσες, Πραξινόη μου, πόσο σοφή είνε η κόρη;
Καλότυχη είνε αληθινά για όσα τραγούδια ξέρει
κι ακόμα πιο καλότυχη για τη γλυκειά φωνή της.
Μάνε καιρός, μου φαίνεται, να πάμε και στο σπίτι.
Ο άντρας μου είνε νηστικός κ' εύκολος στο θυμό του
κι όταν πεινάη, αλλοίμονο σ' όποιον μπροστά του λάχη.
Αγαπημένε μ' Άδωνι, χαίρε! κι όταν ξανάρθης
χαρούμενους κι ολόχαρους όλους μας να μας εύρης.


και τέλος ένα ποίημα του Ναπολέωντος Λαπαθιώτη


Αδώνια

«...Και ανατέλλει ο ήλιος και δύνει ο ήλιος, και εις τον τόπον αυτού έλκει·
αυτός ανατέλλων εκεί πορεύεται προς νότον και κυκλοί προς βορράν·
κυκλοί κυκλών, πορεύεται το πνεύμα, και επί κύκλοις αυτού επιστρέφει το πνεύμα».
Εκκλησιαστής


Είμαι τ’ Αρχαίο το Πνεύμα
Σαρκωμένο – κι είμαι
Ο Στοχασμός ο ανορμήνευτος κι ωραίος.

Φέρνω το χρώμα το παλιό
Το νοσταλγικό. – Βασιλέματα               
Σε θαμπά παραθύρια.

Το τραγούδι ματαλέω
Τ’ Αλησμονημένο. «Στα παλάτια αποκοιμήθη πλια των παραμυθιώνε
Η χλωμή Βασιλοπούλα...».

Η Απόλαψη
Της Ζωής με τα χίλια στόματα· η Απόλαψη
Με τα χίλια στόματα και με τα χίλια μαστά­ρια.

Με δένει ένα Τι,
Μιαν ασύγκριτη Μελαγχολία προς τα Περα­σμένα.
– Οι Διθύραμβοι. Τα Λήναια και τ’ Αδώνια.
Μιαν αδερφικιά Ενατένιση
Προς τα Μακρυνά. Τ’ ό,τι δεν ειπώθη. Ο αιώνιος
Ερχομός κι ο μισεμός – και του μισεμού ο καημός.

Τα ρόδα και τ’ άστρα.
Ο εναρμόνιος κύκλος οπού φέρνει πάντα
Πίσω από μιαν Άνοιξη κι ένα Χινόπωρο – και πάλε απ' την αρχή.

Νυχτοβάτης.
Με πλανέσαν οι σκιές και τα σεληνόφωτα
Κι οι βαθιές Λαχτάρες να βρούμε τ’ ανεύρετο
και να ιδούμε τ’ ανίδωτο

Νυχτοβάτης κι Ανέλπιδος…


Συνεχίζετε
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...